- προσωβράγχια
- (prosobranchiata). Γαστερόποδα μαλάκια, που έχουν τα αναπνευστικά τους όργανα (βράγχια) στο μπροστινό μέρος της καρδιάς τους. Oνομάζονται και στρεπτόνευρα ή στρεψίνευρα. Είναι ζώα συνήθως θαλασσόβια, με κέλυφος, και με πόδι που έχει μεταβληθεί σε πτεροειδές κολυμβητικό όργανο. Τα ζώα αυτά αριθμούν 10.000 απολιθωμένα είδη από το κάμβριο μέχρι σήμερα. Υπάρχουν ακόμα 20.000 άλλα είδη, που χωρίζονται σε 2 τάξεις, τα ασπιδοβράγχια και τα κτενοβράγχια.
* * *τα, Νζωολ. υφομοταξία γαστεροπόδων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. αγγλ. prosobranchia (< πρόσω + βράγχια)].
Dictionary of Greek. 2013.